Οι χρόνιες ασθένειες αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα των σύγχρονων κοινωνιών, καθώς οι χρόνιοι ασθενείς λόγω των αυξημένων αναγκών τους επιβαρύνουν το κόστος των υπηρεσιών υγείας. Οι χρόνιες ασθένειες αποτελούν μία δοκιμασία για τα άτομα που πάσχουν, αλλά και για τις οικογένειές τους, επειδή είναι χρόνιες αλλά και λόγω της αβεβαιότητας που δημιουργούν στην πορεία και την έκβασή τους. Ενώ κάθε ασθένεια έχει διαφορετική εκδήλωση συμπτωμάτων και κάθε ασθενής βιώνει διαφορετικά τη νόσο του, υπάρχει μία πλειάδα κοινών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι χρόνιοι ασθενείς ανεξάρτητα από τη νόσο που πάσχουν.
Οι χρόνιες καταστάσεις ορίζονται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως εκείνες οι καταστάσεις που απαιτούν συνεχή διαχείριση σε περίοδο ετών ή δεκαετιών. Έτσι , στον ορισμό ομαδοποιούνται φαινομενικά ετερογενείς καταστάσεις: επίμονα μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως HIV/AIDS, μη μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως καρδιαγγειακή νόσος, καρκίνος και σακχαρώδης διαβήτης, μερικές ψυχικές διαταραχές ,όπως κατάθλιψη, σχιζοφρένεια ,αλλά και μόνιμες, δομικές βλάβες, όπως ακρωτηριασμοί, τύφλωση ,διαταραχές των αρθρώσεων.
Κατά τον Lambert υπάρχουν πολλοί παράγοντες που υπεισέρχονται στη διαδικασία αντιμετώπισης της χρόνιας ασθένειας και δημιουργούν καταστάσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει ο ασθενής στην καθημερινότητά του. Οι παράγοντες αυτοί είναι:
Α) Παράγοντες που προκαλούν στρες και συνδέονται με τη χρόνια ασθένεια.
Β) Παράγοντες που σχετίζονται με την αποδοχή και υιοθέτηση κανόνων αναγκαίων για την προσαρμογή στην χρόνια ασθένεια.
Γ) Παράγοντες που σχετίζονται με τις στρατηγικές αντιμετώπισης της χρόνιας ασθένειες.
Δ) Παράγοντες που σχετίζονται με την εκμάθηση νέων τεχνικών αυτοφροντίδας.
Ε) Παράγοντες που σχετίζονται με τις ανάγκες της οικογένειας.
ΣΤ) Παράγοντες που σχετίζονται με το ακολουθούμενο μοντέλο φροντίδας από τους επαγγελματίες υγείας και πρόνοιας.
Η χρόνια ασθένεια και η αναπηρία είναι συνυφασμένες με μια υπολειμματική κατάσταση υγείας που δεν είναι δυνατόν να θεραπευθεί άμεσα. Το άτομο συνήθως βιώνει δυσλειτουργίες σε περισσότερα από ένα συστήματα. Η διαδικασία πένθους διαρκεί πολύ και το άτομο μπορεί να παλινδρομεί μεταξύ αισθημάτων αδυναμίας, απελπισίας, εξάρτησης καθώς συνεχώς βιώνει περιορισμούς στην καθημερινή ζωή του.
ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΕ ΜΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΣΘΕΝΕΙΑ
Κατά τους Steward, Ross και Hartley (2004), η προσαρμογή σε μια χρόνια ασθένεια αφορά σε τέσσερις περιοχές: τη βιολογική, τη συναισθηματική, τη συμπεριφορά και τα επαγγελματικά ζητήματα που προκύπτουν.
- ΧΡΟΝΙΑ ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΣΤΡΕΣ
Σε όλες τις σύγχρονες παθήσεις όπως είναι η παχυσαρκία και το μεταβολικό σύνδρομο, η αρτηριακή υπέρταση, οι αλλεργικές και αυτοάνοσες φλεγμονώδεις παθήσεις, τα χρόνια σύνδρομα πόνου και κόπωσης, καθώς και οι καταστάσεις άγχους και κατάθλιψης, το σύστημα του στρες παίζει κεντρικό παθογενετικό ρόλο.
- ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Οι επιζήμιες επιπτώσεις του στρες στο καρδιαγγειακό σύστημα έχουν τεκμηριωθεί μέσω της έρευνας σε ζωικά μοντέλα και ανθρώπους. Πρώτιστα δύο συστήματα μεσολαβούν την αντίδραση στο στρες, ασκώντας οξεία επίδραση στην καρδιαγγειακή λειτουργία: ο υποθάλαμος-υπόφυση-του φλοιού των επινεφριδίων (HPA) του άξονα και το SAS. Επιπλέον, συγχρονικά (και, σε μικρότερο βαθμό, διαχρονικά) επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι το χρόνιο στρες εργασίας και καρδιαγγειακή αντίδραση ως απάντηση στο άγχος σχετίζονται με την υπέρταση, στεφανιαία νόσο και εγκεφαλικά επεισόδια.
- ΑΣΘΜΑ
Το άσθμα είναι μία χρόνια κατάσταση στους πνεύμονες, που έχει δύο κύρια χαρακτηριστικά. Στο άτομο που πάσχει από τη συγκεκριμένη ασθένεια, δύο πράγματα είναι δυνατό να συμβούν στους πνεύμονες : στένωση , η συστολή των μυών της αναπνευστικής οδού και φλεγμονή, το πρήξιμο της αναπνευστικής οδού. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση συμπτωμάτων, όπως είναι ο βήχας, το λαχάνιασμα, δηλαδή το σφύριγμα κατά τη διάρκεια της αναπνοής, το σφίξιμο στο στήθος και οι κοφτές αναπνοές. Οι δείκτες οξειδωτικού στρες στους αεραγωγούς, αλλά και συστηματικά, σε ασθενείς με άσθμα είναι αυξημένοι.
Ασθενείς με άσθμα ανέφεραν ότι το στρες είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες εμφάνισης του άσθματος και ότι αυτό επιδεινώνει τις κρίσεις. Έρευνες για τη σχέση μεταξύ άγχους και αλλαγών στην πνευμονική λειτουργία συνεχίζονται και παραμένει ασαφές εάν η απόφραξη των αεραγωγών υπάρχει πραγματικά αλλά και πόσο το στρες είναι αιτιολογικός παράγοντας που συντελεί στην εμφάνιση του άσθματος.
- ΔΙΑΒΗΤΗΣ
Ο διαβήτης είναι ένα μεταβολικό σύνδρομο, το οποίο προκαλείται από απόλυτη ή σχετική ανεπάρκεια στην έκκριση ινσουλίνης. Συγκεκριμένα, ο οργανισμός ενός ατόμου που πάσχει από διαβήτη, έχει υψηλές τιμές σακχάρου στο αίμα με αποτέλεσμα να αδυνατεί να παράγει ινσουλίνη. Έτσι ο οργανισμός δεν μπορεί να μετατρέπει το φαγητό που προσλαμβάνει σε ενέργεια. Η γενετική προδιάθεση έχει σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση του διαβήτη, χωρίς να σημαίνει ότι πρόκειται για μία νόσο κληρονομική.
Κατηγορίες διαβήτη
Διαβήτης τύπου Ι :
Ο διαβήτης τύπου Ι ή ινσουλινοεξαρτώμενος ή νεανικός διαβήτης ο οποίος διαγιγνώσκεται συνήθως κατά τη διάρκεια της παιδικής ή εφηβικής ηλικίας. Στο συγκεκριμένο είδος διαβήτη, το πάγκρεας παράγει ελάχιστη ή και καθόλου ινσουλίνη. Επομένως, τα άτομα που πάσχουν από αυτό το είδος διαβήτη χρειάζονται μόνιμη θεραπεία. Είναι αρκετά πιο σπάνιος από τον τύπου ΙΙ, καθώς μόλις 5-10 % των ατόμων ανήκουν σε αυτή τη μορφή διαβήτη.
Τα συμπτώματα του νεανικού διαβήτη είναι : πολυδιψία, πολυφαγία, πολυουρία, απώλεια βάρους σε σύντομο χρονικό διάστημα, αδυναμία και αφυδάτωση.
Διαβήτης τύπου ΙΙ :
Ο διαβήτης τύπου ΙΙ ή μη ινσουλινοεξαρτώμενος διαβήτης ή διαβήτης των ενηλίκων εμφανίζεται σε μεγαλύτερη ηλικία, χωρίς βέβαια να αποκλείεται και η εμφάνιση αυτής της μορφής σε μικρότερης ηλικίας άτομα, και είναι επίκτητος. Η ινσουλίνη που παράγεται από τον οργανισμό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σωστά από αυτόν. Έτσι, παρατηρείται μία αδυναμία να χρησιμοποιήσει ο οργανισμός το σάκχαρο σαν τη βασική πηγή ενέργειας. Αποτελεί το συνηθέστερο είδος διαβήτη καθώς, περίπου το 90-95 % όλων των περιπτώσεων διαβήτη είναι περιπτώσεις διαβήτη του τύπου ΙΙ.
Κυρίαρχα συμπτώματα του σακχαρώδη διαβήτη είναι σωματικά παράπονα, κοινωνική απόσυρση, διαταραχές στον ύπνο, κατάθλιψη και ανησυχία. Παράλληλα, οι επιπτώσεις είναι η μείωση της όρασης, πολυνευροπάθεια, πολυαγγειακή νόσο και απαιτείται από τους ασθενείς να αναλαμβάνουν την ευθύνη για τον έλεγχο της υγείας τους. Έχει φανεί από μελέτες ότι το στρες εμπλέκεται στην εκδήλωση διαβήτη τύπου ΙΙ και ιδίως το αντιλμβανόμενο στρες το οποίο έχει ενοχοποιηθεί στην αύξηση των ιογενών λοιμώξεων.
2. ΡΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ
• Οξείες
• Υποτροπιάζουσες
• Χρόνιες
Χρόνιες ρευματικές παθήσεις είναι εκείνες που διαρκούν χρόνια ή δια βίου. Οι περισσότερες ρευματικές παθήσεις είναι χρόνιες, όπως για παράδειγμα, η οστεοαρθρίτιδα, οι αυτοάνοσες ρευματικές παθήσεις, οι οροαρνητικές σπονδυλαρθρίτιδες.
• ΡΕΥΜΑΤΟΕΙΔΗΣ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι μια χρόνια φλεγμονώδης, αυτοάνοση και εξελικτική νόσος, που προσβάλλει κατ’ εξοχήν τις αρθρώσεις, αλλά όχι σπάνια και διάφορα άλλα όργανα. Είναι το συχνότερο φλεγμονώδες ρευματικό νόσημα. Προσβάλλει συνήθως άτομα ηλικίας 35-55 ετών, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε άτομα οποιασδήποτε ηλικίας, ακόμη και σε παιδιά. Προσβάλλει πολλές αρθρώσεις, συνήθως συμμετρικά και στις δύο μεριές του σώματος.
Αιτιολογικά φαίνεται ότι πολλοί παράγοντες, όπως περιβαλλοντικοί, γενετικοί, ορμονικοί και ανοσολογικοί, εμπλέκονται στην αιτιοπαθογένεια της νόσου, αλλά η ακριβής αιτιολογία της δεν είναι γνωστή. Ωστόσο, είναι γνωστοί οι παθογενετικοί μηχανισμοί με τους οποίους αναπτύσσεται η ρευματοειδής αρθρίτιδα. Πρόκειται για παθολογικούς μηχανισμούς του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού.
Το σύστημα του στρες συντονίζει τις προσαρμοστικές αντιδράσεις του οργανισμού σε στρεσογόνους παράγοντες κάθε είδους. Τα βασικά συστατικά του συστήματος του στρες είναι η κορτικοτροπίνη – απελευθερωτική ορμόνη (CRH) και η νορεπινεφρίνη (LC/NE)- αυτονομικά συστήματα, περιφερειακοί παράγοντες, ο ΗΡΑ άξονας και τα άκρα του αυτονομικού συστήματος. Η ενεργοποίηση του συστήματος του στρες οδηγεί σε συμπεριφορικές αλλαγές που βελτιώνουν την ικανότητα του οργανισμού να προσαρμόζει την ομοιόσταση και να αυξάνει τις πιθανότητές του για επιβίωση.
Είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχει διπλή επικοινωνία μεταξύ του νευροενδοκρινικού και του ανοσοποιητικού συστήματος και ότι και τα δύο παραπάνω αλληλοεπηρεάζονται και διαντιδρούν κάτω από φυσιολογικές συνθήκες και σαν αντίδραση στον αντιφλεγμονώδη ερεθισμό. Ο άξονας υποθάλαμου- υπόφυσης, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον καθορισμό και τον έλεγχο των ανοσοποιητικών αντιδράσεων καθώς η δυσλειτουργία του έχει εμπλακεί στην παθογένεση της ΡΑ. Η κορτικοτροπίνη (CRH), μια από τις βασικές ορμόνες του άξονα, απελευθερώνεται στον υποθάλαμο, περισσότερο στην πλευρά της φλεγμονής και μπορεί να προκαλέσει τοπικά φλεγμονώδεις αντιδράσεις.
- ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗ ΑΝΑΙΜΙΑ
Η μεσογειακή αναιμία ή αλλιώς β- θαλασσαιμία ή νόσος του Cooley, είναι μία από τις σοβαρότερες κληρονομικές παθήσεις. Πρόκειται για μια κληρονομική νόσο του αίματος. Τα άτομα που πάσχουν αδυνατούν να συνθέσουν τη φυσιολογική μορφή της αιμοσφαιρίνης, του κύριου συστατικού των ερυθρών αιμοσφαιρίων που μεταφέρει το οξυγόνο στους ιστούς, με αποτέλεσμα το σχηματισμό ανώμαλων ερυθροκυττάρων με μικρή διάρκεια ζωής. Στη σοβαρή μορφή της νόσου το 90% των ερυθροκυττάρων καταστρέφεται στο εσωτερικό του μυελού και το υπόλοιπο 10% που βγαίνει στην κυκλοφορία καταστρέφεται σύντομα στον σπλήνα. Τα κυριότερα συμπτώματα της μεσογειακής αναιμίας είναι η χρόνια κόπωση, η δυσκολία στην αναπνοή και η ωχρότητα του δέρματος.
Η θαλασσαιμία χωρίζεται σε κατηγορίες ανάλογα με το ποια σφαιρίνη παράγεται σε χαμηλότερες ποσότητες από τις φυσιολογικές. Στην α-θαλασσαιμία παράγεται μειωμένη ποσότητα α-σφαιρίνης, αντίστοιχα προκύπτει και η β-θαλασσαιμία.
• Α-θαλασσαιμία
Στην α-θαλασσαιμία εμπλέκονται 2 γονίδια το HBA1 και το HBA2. Η α-θαλασσαιμία συνεπάγεται μειωμένη παραγωγή της α-αλυσίδας της αιμοσφαιρίνης, με αποτέλεσμα την περίσσεια των β-αλυσίδων στους ενήλικες και των γ-αλυσίδων στα νεογέννητα. Υπάρχουν 4 είδη α-θαλασσαιμιών: ετερόζυγη α-Μεσογειακή αναιμία 2 ( μετάλλαξη στο 1 από τα α-γονίδια), ετερόζυγη α-Μεσογειακή αναιμία 1 (μετάλλαξη σε 2 α-γονίδια), αιμοσφαιρινοπάθεια.Η (μετάλλαξη στα 3 από τα 4 α-γονίδια) και ο εμβρυϊκός ύδρωπας (μετάλλαξη και στα 4 α-γονίδια) που είναι και θανατηφόρος.
• Β-Θαλασσαιμία
Προκαλείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο HBB στο χρωμόσωμα 11. Η σοβαρότητα της νόσου εξαρτάται από τη φύση της μετάλλαξης. Οι μεταλλάξεις αυτές έχουν ως συνέπεια τη μειωμένη παραγωγή β-αλυσίδων, με αποτέλεσμα η περίσσεια των α-αλυσίδων να σχηματίζει τετραμερή με σφαιρίνες δ ή γ, σχηματίζοντας αντίστοιχα τις αιμοσφαιρίνες Α2( σπουδαία διαγνωστική αξία) και F30.
Οι αιτιώδεις παράγοντες κινδύνου για τη σημαντική αύξηση καρδιαγγειακών νοσημάτων, διαβήτη τύπου ΙΙ και άλλων μεταβολικών παραγόντων κινδύνου, αποτελούν το μεταβολικό σύνδρομο. Οι παράγοντες αυτοί περιλαμβάνουν αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης, κοιλιακή παχυσαρκία, αθηρωματική δυσλιπιδαιμία και υπέρταση. Παράγοντες όπως το κάπνισμα, το ψυχοκοινωνικό στρες, η έλλειψη σωματικής άσκησης οδηγούν σε κακή πρόγνωση της νόσου.
Το στρες αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την υπέρταση, τη δυσλειτουργία των αδένων, τον διαβήτη και για τα αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης. Οι έρευνες δείχνουν ότι το χρόνιο στρες συσχετίζεται άμεσα με το μεταβολικό σύνδρομο και την αύξηση του ενδοκοιλιακού λίπους. Ταυτόχρονα με το νευρικό σύστημα διέγερσης, ο υποθάλαμος και η υπόφυση εκκρίνει ορμόνες στο γενικό κυκλοφορικό σύστημα και από το αίμα φτάνουν στα επινεφρίδια τα οποία στη συνέχεια εκκρίνουν κορτιζόλη στο αίμα με στόχο την απάντηση στο στρες. Με τον τρόπο αυτό αυξάνεται ο μεταβολισμός, τα λιπαρά οξέα στο αίμα, η πίεση, και διατηρείται το νάτριο με αποτέλεσμα να γίνεται κατακράτηση υγρών στο σώμα.
Συμπερασματικά, οι χρόνιες ασθένειες αποτελούν μία δοκιμασία για τα άτομα που πάσχουν αλλά και για το περιβάλλον τους. Η μεγάλη διάρκεια της χρόνιας ασθένειας και της αναπηρίας επιδρά στην ποιότητα ζωής τόσο των ασθενών, όσο και των οικογενειών τους καθώς η μάχη με τη χρόνια ασθένεια είναι μια συνεχής διαδικασία. Η ψυχολογική υποστήριξη μέσα από τη διαχείριση του στρες «θωρακίζει ψυχικά» τον πάσχοντα ώστε να είναι ικανός να ανταπεξέλθει στους στρεσογόνους παράγοντες που δημιουργούνται από την ασθένεια, να κυριαρχήσει, να ανταποκριθεί και να μην παραιτηθεί.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.Vitosky H. , (1961), Coping behaviour under extreme stress, Arch Gen Psychiatry, 27-32
2. W.H.O 1984 Health Promotion Glossary available on Internet http:/ www.who.ch/hep
3.World Health Organization. Innovative Care for Chronic Conditions: Building Blocks for Action [document on the Internet] [cited2011May]. Available from: http://www.who.int/diabetesactiononline/about/icccreport/en
4. Brillhart, Hazel και Wyers 1990, Berrol 1984, και Oermann 1993, Εvans 1976, Perry και Apostal 1986, Benham 1988, Duckworth 1988, Rosswurm 1980.
5. Shontz, Franklin C. The psychological aspects of physical illness and disability.(1975). Sck; Stress (Psychology); Disease; Sick role; Psychology
6 .Moos, R. H., & Schaefer, J. A. (1986). Overview and perspective. In R. H. Moos (Ed.),Coping with life crises: An integrated approach (pp. 3–28). New York: Plenum Press.
7.Ajzen I. The theory of planned behavior. Organizational Behavior and Human Decision Processes, 1999, 50, 180- 212.
8. Lambert VA . Psychosocial impacts created by chronic illness. 1987 Sep;22(3):527-33
9. Salmond, Susan W., Health Care Needs of the Chronically, 1987 National Association of Orthopaedic Nurses
10. Andersen, B.L., Behavioral outcomes following psychological intervations for cancer patien. Journal of Counseling and Clinical Psychology, 2002, 70, 595- 605.
11. Centers for Disease Control and Prevention. Chronic Disease Prevention and Health Promotion. http://www.cdc.gov/chronicdisease/overview/index.htm
12.Chandola, T., Britton, A., Brunner, E., Hemingway, H., Malik, M., Kumari, M., Badrick, E., Kivimaki, M., Marmot, M. (2008). Work stress and coronary heart disease: what are the mechanisms? European Heart Journal 29 (5): 640-648
13. Baum A. & Poslunzy D.M, Health Psychology: Mapping Biobehavioral contributions to health and illness. Annual Review of Psychology, 1999, 50, 138- 160.
14. Παπαδάτου Δ. Φάσεις στην εξέλιξη της χρόνιας ή και απειλητικής για τη ζωή Αρρώστιας. Στο Δ. Παπαδάτου, & Φ. Αναγνωστόπουλος, Η Ψυχολογία στο χώρο της υγείας, 1995 β, (109- 134). Αθήνα. Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.
15. Χρούσος Γ. 10/2/09. Συνέντευξη στη Σ. Παναγιωτοπούλου. Διαθέσιμη στο: http://www.express.gr/afieroma/healthyoz_wayoz_2009_1/130686oz_20090210130686.php
16. Μαργέλη, Θεοδώρα, (2009). Η λειτουργία του άξονα υποθάλαμος–υπόφυση–επινεφρίδια σε νοσηλευόμενους ασθενείς της Παθολογικής Κλινικής με διαφορετικής βαρύτητας νοσήματα
17. NHLBI Working Group
Cardiovascular Consequences of Chronic Stress . Available in: http://www.nhlbi.nih.gov/meetings/workshops/heart_stress.htm
18. Grineski, S. (2008). Coping with asthma in the central city: Parental experiences with children’s health care. Journal of Health Care for the Poor and Undeserved, 19,227-236.
19. Special reviews: Management of the child with chronic asthma. Official Journal of the American Academy of Pediatrics, 3, 96-106
20. Barnes PJ. Reactive oxygen species and airway inflammation.Free Radic Biol Med 1990; 9(5):195-207.
21. Dworski R. Oxidant stress in asthma. Thorax 2000; 55:
S51-S53.